Οι αντιφάσεις των σύγχρονων κλασσικών οικονομικών: Ξεκινώντας από το βιβλίο ΑΟΘ
Η κρατική παρέμβαση στην αγορά
Είναι ευρέως και κοινά αποδεκτό ότι « Όσο πιο ισομερής είναι η κατανομή του ΑΕΠ τόσο πιο ψηλό θεωρείται το βιοτικό επίπεδο μιας χώρας, γιατί μικραίνει το χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών.» Η παραπάνω φράση βρίσκεται στη σελίδα 143 του βιβλίου «Αρχές Οικονομικής Θεωρίας, Μικροοικονομία, Μακροοικονομία» της Γ’ Λυκείου που διδάσκεται στα πλαίσια της Ομάδας Προσανατολισμού Σπουδών Οικονομίας & Πληροφορικής. Αποτελεί μέρος της εξεταστέας ύλης και συγκεκριμένα τη συναντάμε στο κεφάλαιο 7, στη παράγραφο 10. Η εν λόγω φράση, που αποτελεί μια λογική οικονομική αλήθεια, φαίνεται να μην ισχύει στη πραγματικότητα του σύγχρονου καπιταλιστικού κόσμου. Από το γεγονός ότι 8 άνθρωποι κατέχουν περιουσία ίση με τη περιουσία που κατέχει το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού (στοιχεία 2017) μέχρι κάποια ενδεικτικά στοιχεία από πολλές έρευνες και μελέτες που δείχνουν διαχρονική όξυνση εισοδηματικών ανισοτήτων σε επιμέρους χώρες-κέντρα αναφοράς του σύγχρονου καπιταλισμού- όπως οι ΗΠΑ και η Γερμανία, όλα συνηγορούν στο ότι η «ισομερής κατανομή του ΑΕΠ» είναι ένα μακρινό «όνειρο» στο σημερινό κόσμο.
«Ελεύθερη Αγορά»: Ένα αμφισβητούμενο «Δόγμα»
Βασικό χαρακτηριστικό του σημερινού οικονομικού μοντέλου είναι αυτό που ονομάζουμε «ελεύθερη αγορά» δηλαδή μια οικονομία που λειτουργεί «ελεύθερα» κάτω από ένα σύστημα τιμών που καθορίζεται από τις δυνάμεις της προσφοράς και της ζήτησης. Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μια αγορά που ρυθμίζεται από το λεγόμενο «αόρατο χέρι»(A.Smith). Σχεδόν σε όλες τις χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου, ο κρατικός παρεμβατισμός έχει ενοχοποιηθεί ενώ στη θέση του προάγονται πολιτικές ιδιωτικοποιήσεων. Αυτή η λογική δε θα μπορούσε να λείπει από το θεωρητικό υπόβαθρο με το οποίο έχει πλαισιωθεί η παιδεία, σε όλα τα στάδιά της, στη σύγχρονη κοινωνία. Έτσι, στο ΑΟΘ παρουσιάζεται η «Κρατική παρέμβαση στην αγορά» (Κεφ.5, παράγραφος 5, σελ. 99-101), μέσω της επιβολής ανώτατων και κατώτατων τιμών, η οποία ναι μεν εφαρμόζεται για να προστατεύσει το καταναλωτή και το παραγωγό αντίστοιχα αλλά δημιουργεί κάποια προβλήματα στην «ισορροπία της αγοράς».
Πριν προχωρήσουμε, όμως, στα «προβλήματα», ας σταθούμε σε μια αντίφαση που χαρακτηρίζει την αναγκαιότητα ή έστω την αναφορά της κρατικής παρέμβασης για τη «προστασία» καταναλωτών και παραγωγών. Υποτίθεται ότι τόσο στη σημερινή οικονομική πραγματικότητα όσο και στη σύγχρονη κλασική και νεοκλασική οικονομική βιβλιογραφία η λύση που προτείνεται σαν «δόγμα» για όλα τα οικονομικά προβλήματα είναι η απαρέγκλιτη και απρόσκοπτη λειτουργία της ελεύθερης αγοράς. Γιατί, άραγε, να υπάρχει η ανάγκη εφαρμογής ή έστω αναφοράς μιας κρατικής παρέμβασης ώστε να προστατευτούν καταναλωτές και παραγωγοί; Μάλιστα, σε κάποια εγχειρίδια, τονίζεται έντονα η σημασία του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους για την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς. Αλήθεια, το «αόρατο χέρι» και το σύστημα τιμών δε μπορεί να ρυθμίσει ορθά τη λειτουργία της αγοράς; Χρειάζεται το κράτος για αυτή τη δουλειά; Και πότε απαιτείται μια κρατική παρέμβαση; Σε πρώτη φάση, είναι ολοφάνερο ότι έχουμε μια παραδοχή, από τη μεριά των σύγχρονων κλασσικών οικονομικών, ότι η παρέμβαση του κράτους στην αγορά είναι, αν όχι καθολικά απαραίτητη μέσω του «ρυθμιστικού του ρόλου», τουλάχιστον αναγκαία σε περιπτώσεις όπου η ελεύθερη αγορά δε μπορεί να δώσει λύσεις σε προβλήματα που η ίδια δημιουργεί. Αρχικά, ας αναφερθούμε στην έντονη κρατική παρέμβαση στην οικονομία αυτή τη περίοδο της πανδημίας που κρίθηκε όχι μόνο απαραίτητη αλλά ασκήθηκε με «θρησκευτική» σχεδόν ευλάβεια από κυβερνήσεις που ορκίζονται στο δόγμα του «αόρατου χεριού» και της «ελεύθερης αγοράς». Ειδικότερα, επειδή αναφερθήκαμε στη παρεμβατική πολιτική των ανώτατων τιμών, πρέπει να ανατρέξουμε στη τροπολογία του Υπουργείου Ανάπτυξης για τη διατίμηση των τεστ covid που ψηφίστηκε αρχές Δεκέμβρη του 2020 που δεν είναι τίποτα άλλο από μια επιβολή ανώτατων τιμών στη διεξαγωγή τεστ covid η οποία αφορά, όμως, και άλλα αγαθά «πρώτης ανάγκης» ενόψει αντιμετώπισης της πανδημίας όπως μάσκες, φαρμακευτικά προϊόντα ή ακόμα και προϊόντα που σχετίζονται με τη διαβίωση και τη διατροφή. Ακόμα και η επιδότηση ενοικίων που εφαρμόστηκε όλο το προηγούμενο διάστημα και αφορά εργαζόμενους και επιχειρήσεις των οποίων η δραστηριότητα ανεστάλη, αποτελεί μια παρεμβατική πολιτική που εντάσσεται σε αυτό που, στα σύγχρονα οικονομικά, ονομάζουμε «Κρατική παρέμβαση στην Αγορά» και αφορά τη προστασία των εισοδημάτων τους. Ας μη μείνουμε, όμως, άλλο εδώ καθώς πρόκειται για ειδικές περιστάσεις στην οικονομία.
Αποτελούν οι «ειδικές περιστάσεις» τη φύση του καπιταλιστικού
συστήματος;
Κάποιος θα αναλογιστεί «Μα όλο ειδικές περιστάσεις ζούμε τη τελευταία δεκαετία…» και « Πολύ συχνά παρατηρούνται ειδικές περιστάσεις στην οικονομία τις τελευταίες δεκαετίες…». Λογικό. Τέτοια είναι η φύση του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτό μας «ομολογεί» άλλωστε και το κεφ. 9 του ΑΟΘ όπου αναφέρονται εν συντομία οι οικονομικές διακυμάνσεις(παράγραφος 2) που χαρακτηρίζουν την οικονομία διαχρονικά.
Πηγή εικόνας:
https://openclass.teiwm.gr/modules/document/file.php/AF116/%CE%9F%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82%20%CE%94%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CF%85%CE%BC%CE%AC%CE%BD%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82_4.pdf
Κατά τη διάρκεια των οικονομικών διακυμάνσεων αυτών, ειδικά όταν η οικονομία βρίσκεται στη φάση της ύφεσης, παρατηρείται διαχρονικά έντονος κρατικός παρεμβατισμός. Η δεκαετία του ’30 με τη βαθιά οικονομική κρίση και την εισαγωγή έντονου κρατικού παρεμβατισμού στην οικονομία είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Επίσης, για την ελληνική επικράτεια, οι δεκαετίες μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι περίπου το 1990 συνηγορούν στη παραπάνω αφήγηση περί «αναγκαιότητας» της κρατικής παρέμβασης παρόλο που οι κρίσεις και οι υφέσεις σε παγκόσμιο επίπεδο δε συγκρίνονται στο μέγεθός τους με τη Μεγάλη Ύφεση του ’30. Σε αυτή τη περίοδο, οι κρατικές παρεμβάσεις είναι όχι μόνο έντονες αλλά κρίνονται εξαιρετικά απαραίτητες για την αναπτυξιακή επανόρθωση της ελληνικής οικονομίας( Σακελλαρόπουλος Θ., (2011), ‘Κράτος και οικονομία στην Ελλάδα, 1922-1990:μια επισκόπηση’, στο Σακελλαρόπουλος Θ. (2011) (επιμ.), Οικονομία και Πολιτική στη Σύγχρονη Ελλάδα, 4η ενοποιημένη και εμπλουτισμένη έκδοση, Διόνικος, Αθήνα, Σελ. 95-99). Επομένως, ο κρατικός παρεμβατισμός μπορεί να «δαιμονοποιείται» στη σύγχρονη βιβλιογραφία κλασσικών οικονομικών(συμπεριλαμβανομένου του βιβλίου ΑΟΘ) αλλά στη πραγματικότητα αποτελεί ένα διαχρονικό εργαλείο πολιτικής όλων, σχεδόν, των κυβερνήσεων.
«Υποτιθέμενα» και «Υπαρξιακά» προβλήματα της επιβολής ανώτατων τιμών
στα αγαθά
Ας γυρίσουμε, τώρα, πίσω στα «προβλήματα» τα οποία, «υποτίθεται», δημιουργεί η κρατική παρέμβαση στην αγορά. Στο Κεφάλαιο 5, στη παράγραφο 5(σελ. 99-101) μαθαίνουμε ότι η επιβολή ανώτατων τιμών έχει σαν σκοπό τη προστασία του καταναλωτή από την υπερβολική άνοδο των τιμών. Δημιουργεί, όμως, έλλειμμα μεταξύ της ποσότητας που ζητούν οι καταναλωτές και αυτής που προσφέρουν οι παραγωγοί. Αυτό συμβαίνει διότι στη νέα χαμηλότερη ανώτατη τιμή, οι παραγωγοί προσφέρουν ποσότητα μικρότερη από εκείνη που προσέφεραν πριν και οι καταναλωτές ζητούν ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που ζητούσαν πριν. Εδώ, το πρόβλημα που δημιουργείται θα μπορούσε να χαρακτηριστεί «υποτιθέμενο» και «υπαρξιακό». «Υποτιθέμενο» διότι, ουσιαστικά, δεν υφίσταται πρόβλημα ελλείμματος της παραγόμενης ποσότητας και μη κάλυψης της ζητούμενης. Οι παραγωγοί μπορούν να παράγουν τη ζητούμενη ποσότητα αλλά δε το κάνουν διότι δεν είναι «διατεθειμένοι». Και γιατί δεν είναι «διατεθειμένοι»; Διότι δε βγάζουν το επιθυμητό κέρδος στη συγκεκριμένη «ανώτατη» τιμή. Επομένως, το πρόβλημα δεν δημιουργείται λόγω της ανώτατης τιμής αλλά επειδή οι παραγωγοί δεν είναι «διατεθειμένοι» να παράγουν τη ποσότητα που ζητούν οι καταναλωτές στη συγκεκριμένη τιμή, με το συγκεκριμένο ποσοστό κέρδους. Βλέπουμε, λοιπόν, πως το πρόβλημα των παραγωγών ανάγεται εύκολα και αβίαστα σε πρόβλημα της οικονομίας λόγω της «επιβολής ανώτατων τιμών» που θεσπίζονται για τη «προστασία του καταναλωτή από υπερβολική άνοδο των τιμών». Διδασκόμαστε, εν’ ολίγοις, ότι στην οικονομία υπάρχει πρόβλημα μόνο όταν θίγεται η κερδοφορία των επιχειρηματιών(παραγωγών) και όχι όταν ανεβαίνουν υπερβολικά οι τιμές των προϊόντων για τους καταναλωτές, θίγοντας το εισόδημά τους! Μάλιστα όταν το κράτος επιχειρεί να προστατεύσει τους καταναλωτές κάνει κακό στην οικονομία διότι θίγει τα συμφέροντα των επιχειρηματιών! Αυτά διδάσκουν οι Αρχές Οικονομικής Θεωρίας στη Γ’ Λυκείου επιχειρώντας να έχουν «και τη πίτα ολόκληρη, και το σκύλο χορτάτο»! Το βιβλίο προσπαθεί να «χρυσώσει το χάπι» της αποτυχίας της «ελεύθερης» αγοράς λέγοντάς μας πως «Με την επιβολή ανώτατης τιμής μπορεί να ανατρέπεται η ισορροπία στην αγορά και να δημιουργούνται ελλείμματα και παράνομες(μαύρες) αγορές». Αλήθεια, γιατί τα ελλείμματα και οι «μαύρες» αγορές να θεωρούνται συνέπειες μιας πολιτικής προστασίας των καταναλωτών και όχι προβλήματα της οικονομίας που δημιουργούνται από τις δυνάμεις προσφοράς(επιχειρηματίες); Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα βρίσκεται στο «υπαρξιακό» πρόβλημα των κλασσικών οικονομικών. Στο γεγονός ότι, στα κλασσικά οικονομικά, η οικονομία λειτουργεί με κινητήριο μοχλό το κέρδος και όχι τις ανάγκες των καταναλωτών. Αλλιώς, θα μπορούσαν, κάλλιστα, να έχουν εισαχθεί σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο εργαλεία κρατικής παρέμβασης όπως η «επιβολή κατώτατης παραγόμενης ποσότητας» ενός προϊόντος με σκοπό να καλυφθούν οι ανάγκες των καταναλωτών. Κάτι τέτοιο, βέβαια, θα έθιγε τα κέρδη των επιχειρηματιών οπότε και την ύπαρξη της οικονομίας όπως τη ξέρουμε και τη διδασκόμαστε στο ΑΟΘ.
Κανένα πρόβλημα με την επιβολή κατώτατων τιμών για τη προστασία των «παραγωγών»!
Όσο αφορά την επιβολή κατώτατων τιμών πώλησης στα αγαθά με σκοπό τη προστασία των «παραγωγών» και των εισοδημάτων τους, το πρόβλημα που δημιουργείται από τη κατώτατη τιμή είναι ότι, λόγω του ότι η κατώτατη τιμή είναι υψηλότερη της τιμής ισορροπίας, δημιουργείται πλεόνασμα μεταξύ της ποσότητας που προσφέρεται από τους παραγωγούς και της ποσότητας που ζητείται από τους καταναλωτές με κίνδυνο να μείνει απούλητη σημαντική ποσότητα του προϊόντος. Η κραυγαλέα αντίφαση εδώ είναι ότι, σε αντίθεση με την παρεμβατική πολιτική των ανώτατων τιμών όπου το κράτος μένει παρατηρητής και αφήνει να δημιουργηθούν μαύρες αγορές, το κράτος προχωράει σε μια δεύτερη παρέμβαση αγοράζοντας τη πλεονασματική ποσότητα από τους παραγωγούς στη κατώτατη τιμή. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι όταν πρόκειται για τη προστασία των παραγωγών, το κράτος παρεμβαίνει δυο φορές ώστε να μη δημιουργηθεί το παραμικρό πρόβλημα στην οικονομία και την «ισορροπία» στην αγορά, κάτι το οποίο δε βλέπουμε στη περίπτωση προστασίας των καταναλωτών.
Ποιο είναι το οικονομικό ζητούμενο;
Σημαντικό, όμως, σε αυτά τα εγχειρίδια είναι να ξεχωρίζουμε ποιο είναι πραγματικά το οικονομικό ζητούμενο και ποιο θέλει να μας διδάξει η σύγχρονη οικονομική επιστήμη. Στη περίπτωση της κρατικής παρέμβασης στην αγορά με την επιβολή ανώτατων τιμών, το βιβλίο ΑΟΘ ενοχοποιεί τη κρατική παρέμβαση για τη προστασία των καταναλωτών, επικαλούμενο την «ισορροπία στην αγορά», προασπίζοντας, επί της ουσίας, τα κέρδη των επιχειρηματιών. Προσπαθεί, δηλαδή, η σύγχρονη οικονομική επιστήμη να μας καταστήσει ως αναπόφευκτο και οικονομικά «φυσικό» το γεγονός ότι η «ευημερία» των καταναλωτών και η «ισορροπία» στην αγορά περνάει μέσα από την ικανοποίηση των επιχειρηματικών επιδιώξεων, δηλαδή του κέρδους, ακόμα και αν οι τιμές των προϊόντων αυξάνονται ραγδαία και δε μπορεί να υπάρξει κρατική παρέμβαση λόγω δημιουργίας «μαύρων» αγορών. Από την άλλη μεριά, στη περίπτωση της επιβολής κατώτατων τιμών, έχουμε μια μεροληπτική διπλή παρέμβαση του κράτους υπέρ των παραγωγών με σκοπό να προστατευτούν τα κέρδη τους πάση θυσία. Αυτό πρέπει να είναι το ζητούμενο μιας οικονομίας; Η προάσπιση των κερδών από την οικονομική δραστηριότητα; Ή η κάλυψη των αναγκών του κοινωνικού συνόλου; Υποτίθεται ότι η σύγχρονη οικονομική επιστήμη ασχολείται, μεταξύ άλλων, με τη «κοινωνική» και «οικονομική» ευημερία μέσω της επίτευξης ισορροπίας στην αγορά μεταξύ των δυνάμεων της προσφοράς και της ζήτησης. Αυτό που προκύπτει, όμως, είναι ότι στο όνομα της «κοινωνικής» και «οικονομικής» ευημερίας επιδιώκεται, στη συγκεκριμένη περίπτωση, η προστασία των εισοδημάτων(κερδών) αποκλειστικά και μόνο των παραγωγών(επιχειρηματιών) μέσω της επιβολής κατώτατων τιμών χωρίς κάτι τέτοιο να συμβαίνει στη περίπτωση των εισοδημάτων των καταναλωτών όπου η προστασία τους μέσω των ανώτατων τιμών αποτελεί μια κρατική παρέμβαση που δημιουργεί «ανισορροπία στην αγορά» και οικονομικά προβλήματα(μαύρες αγορές κλπ). Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η κρατική παρέμβαση χρησιμοποιείται, στο βιβλίο ΑΟΘ, ως «ένοχο» εργαλείο οικονομικής πολιτικής όταν πρόκειται για τη προστασία των εισοδημάτων των καταναλωτών και από την άλλη ως «σωτήριο» εργαλείο οικονομικής πολιτικής όταν πρόκειται για τα κέρδη των παραγωγών(επιχειρηματιών).
Πάνος Γιακουμίδης
Οικονομολόγος, Εργαζόμενος στο κλάδο του λιανικού εμπορίου
Πηγές:
Λιανός, Θ., Παπαβασιλείου, Α., & Χατζηανδρέου, Α. (2019). Αρχές Οικονομικής Θεωρίας Μικροοικονομία Μακροοικονομία. Αθήνα: Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών και Εκδόσεων "ΔΙΟΦΑΝΤΟΣ"
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου